Στο λυκόφως της Αυτοκρατορίας, μερίς λογίων στρέφεται προς το ελληνικότερον. Ανάμεσα στους προεξάρχοντες είναι ο Ιώαννης Αργυρόπουλος.
Ο Αργυρόπουλος δεν ήταν εις τυχαίος. Καταγόταν από παλαιά οικογένεια της Κωνσταντινούπολης, τους Φιλανθρωπηνούς. Τα αξιώματα και τα οφφίκια τα οποία έλαβε ήταν τα εξής: τοποθετήθηκε ὕπατος τῶν φιλοσόφων στην δημόσια σχολή της Πόλης που παρείχε ανώτατη εκπαίδευση· παράλληλα χειροτονήθηκε ιερέας και διορίστηκε δικαστής – κριτῆς τοῦ Δημοσίου· εγίνε μάλιστα μέλος του κλήρου του Πατριάρχη Ιωσήφ (1416-1439) με τον τίτλο «ἄρχων τῶν Ἐκκλησιῶν».
Το εντυπωσιακό με τον Αργυρόπουλο είναι ότι σε τρεις μακροσκελέστατους – με όλη τη σημασία – λόγους προς τους βασιλείς, ουδέποτε αναφέρει τη λέξη Ρωμαίοι· μόνον Έλληνες.
Οι λόγοι αυτοί είναι:
Μονῳδία εἰς τόν αὐτοκράτορα Ἰωάννην τόν Παλαιολόγον
Παραμυθητικός πρός Κωνσταντῖνον τόν βασιλέα ἐλθόντα ἐκ τῆς Πελοποννήσου καί λαβόντα τά σκῆπτρα τοῦ Ἰωάννου ἀποθανόντος
Βασιλικός ἤ περί βασιλείας πρός τόν αὐτοκράτορα Κωνσταντῖνον τόν Παλαιολόγον
Ο Βασιλικός λόγος εκφωνήθηκε παρουσία του Αυτοκράτορα και του πλήθους στις 12 Μαρτίου του 1449, αφού ο Κωνσταντίνος είχε φτάσει στη Βασιλεύουσα άμα τη αναλήψει των καθηκόντων του. Μεταξύ άλλων αναφέρει στρεφόμενος στον Βασιλέα:
«Σύ δέ μακάριος μέν τοῦ καλλίστου τούτου προσχήματος, μακαριώτερος δέ ἧς τε ἔχεις ἀγαθῆς φύσεως ὧν τε ὑπέρ τῶν ἀρχομένων φροντίζεις, οὕς οὐδέ δούλους, ἀλλ’ ἐλευθέρους ἡγούμενος, τοιαύτης κηδεμονίας ἀξιοῖς, ὅσης ἄν καί παῖδας εὐγενεῖς ἀγαθός πατήρ καί φιλόστοργος.
ὅν οὐκ ἄνευ ἀγαθῆς μοίρας, ὡς ἔοικεν, ὁ Θεός Ἑλλήνων ἀνέδειξε βασιλέα, Ἑλλήνων οἵ πρίν μέν γῆς ἄρχοντες καί θαλάττης καί τρόπαια τά μέν ὅπλοις, τά δέ φρονήσει στρατηγικῇ καί οἷς βαρβάρων φύσει πλεονεκτοῦσιν Ἕλληνες ἐν ᾑτινιοῦν μοίρᾳ τῆς οἰκουμένης ἱστάντες καί τά πρῶτα παρά πάντων ἐθνῶν κομιζόμενοι,
νῦν οὐκ οἶδ’ ὅπως παρά τήν ἡμετέραν ἀξίαν βαρβάρων ἐνίων ἥττους ὀφθέντες καθήμεθα, πῶς ἄν εἴποι τις, ἀφῃρημένοι μέν ἀρχήν ἡντινοῦν γῆς, θαλάττης, πόλεων, χρημάτων, πόρου παντός, ἐστερημένοι δέ ξυμμάχων τε καί ξυνήθων καί περί τῆς μιᾶς ταύτης πόλεως δεδιότες, τῆς κοινῆς τοῦ γένους ἐστίας, ἡ μόνη λέλειπται σωτηρία τοῖς Ἕλλησι.»
Κατόπιν στρέφεται στο πλήθος:
«Ὁρᾶτε δέ ὑμεῖς, ὦ ἄνδρες Ἕλληνες, οὐκ ἄνευ ἀγαθῆς ἡμετέρας τύχης ἐπί τοῦ βασιλείου θρόνου τοῦδε καθήμενον…»
«O μόνος μη Λατίνος με γένεια στην Καπέλα Σιστίνα με το απαξιωτικό ύφος, είναι ο Ιωάννης Αργυρόπουλος. Με ένα περίεργο καπέλο με γείσο όπως απεικονίζεται με τους Μεδίκους στον πίνακα του Domenico Ghirlandaio, Vocazione dei primi apostoli»
Σπυρίδων Λάμπρος, Ἀργυροπούλεια