«Πότε, σε καμία εποχή, από τότε που τα πεπραγμένα καταγράφονται στην Ιστορία, η Ελλάς δεν υπέφερε τέτοιες καταστροφές. Πράγματι ήταν τόσο μεγάλες οι κακοτυχίες που κανείς δε θα μπορούσε να γράψει ή να διαβάσει για αυτές χωρίς να κλάψει. Δεν αγνοώ πόσο επώδυνο είναι να επάναλάβω τα βάσανα της Ελλάδος και μέσω των γραπτών μου να διατηρήσω στην αιωνιότητα ό,τι συνέβη.»
Γράφει ο Διόδωρος ο Σικελιώτης για ό,τι επακολούθησε μετά την κατάληψη της Ελλάδος το 146 π.Χ.
Ὅτι οὐδέποτε συμφοραὶ τηλικαῦται τὴν Ἑλλάδα κατέσχον ἀφ’ ὅτου μνήμης ἱστορικῆς αἱ πράξεις τετεύχασι. διὰ γὰρ τὴν ὑπερβολὴν τῶν ἀκληρημάτων οὔτε γράφων τις οὔτ’ ἀναγινώσκων ἄδακρυς ἂν γένοιτο. ἐγὼ δὲ οὐκ ἀγνοῶ μὲν ὅτι πρόσαντές ἐστιν μεμνῆσθαι τῶν Ἑλληνικῶν ἀτυχημάτων καὶ τοῖς ἐπιγινομένοις διὰ τῆς γραφῆς παραδιδόναι τὰ πραχθέντα πρὸς αἰώνιον μνήμην·
Μετά την Μάχη της Λευκόπετρας η Ελλάδα χάνει την αυτονομία της και η οργή των Ρωμαίων απλώνεται στην επικράτεια. Ο Διόδωρος κατηγορεί τους ηγήτορες των Ελλήνων ότι ήταν ανίκανοι και χάρις τις πράξεις τους οι πολεμικές επιχειρήσεις απέτυχαν με την τραγική κατάληξη. Στην Ελλάδα θα επικρατησεί το καθεστώς, σε μικρότερο βαθμό, των λεηλασιών και καταστροφών που είχε πλήξει τη Καρχηδόνα και την Κάτω Ιταλία τον προηγούμενο αιώνα. Οι του «ἀγροίκου Λατίου» θα μεταφέρουν στις βίλλες τους ό,τι μπορούσαν καθ΄ όλη την περίοδο κύριως της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας – και ότι δεν μπορούσαν το αντέγραφαν από τη πλούσια Ελληνιστική παράδοση.
Τις κλοπές και τις καταστροφές της Ανατολής από τους Πραίτωρες και τις Λεγεώνες αναφέρει σε μία λίστα Ελληνικών τεχνουργημάτων που δεν έχει τελειωμό ο Κικέρων, στη δίκη του Έπαρχου Γάϊου Βέρρη (In Verrem horations):
«Οι πιο πιστοί των συμμάχων μας έγιναν εχθροί. Οι Ρωμαίοι πολίτες βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν σαν δούλοι. Οι μεγαλύτεροι εγκληματίες αθωώθηκαν στα δικαστήρια μέσω δωροδοκίας · οι πιο σωστοί και αξιότιμοι άνδρες, διώχθηκαν ενώ απουσιάζαν, καταδικάστηκαν και εκδιώχθηκαν χωρίς να ακουστούν στην υπεράσπισή τους. Τα οχυρωμένα λιμάνια, οι μεγαλύτερες και ισχυρότερες πόλεις, αφέθηκαν σε πειρατές και ληστές. Οι ναυτικοί και οι στρατιώτες των Σικελών, οι σύμμαχοί μας και οι φίλοι μας, πέθαναν από την πείνα. Οι κάλλιστα δημιουργημένοι στόλοι στους σημαντικότερους ναύσταθμούς χάθηκαν και καταστράφηκαν, προς μεγάλη ντροπή του Ρωμαϊκού λαού. Αυτός ο ίδιος ο άνθρωπος, που ως Έπαρχος λεηλατούσε και απογύμνωνε εκείνα τα αρχαία μνημεία, μερικά ανεγερμένα από πλούσιους ηγέτες που προορίζονταν για στολίδια στις πόλεις τους.
»Μερικά ήταν αποκτήματα των δικών μας Στρατηγών, τα οποία είτε έδωσαν είτε εγκατέστησαν ως κατακτητές στα διάφορα κράτη της Σικελίας. Και το έκανε όχι μόνο στην περίπτωση δημόσιων αγαλμάτων και διακοσμητικών αντικειμένων, αλλά επίσης λεηλατούσε όλους τους ναούς, τους αφιερωμένους στα βαθύτερα θρησκευτικά συναισθήματα του λαού. Δεν άφησε, εν ολίγοις, έναν θεό στους Σικελούς που του φάνηκε ότι είχε γίνει με αξιόλογο καλλιτεχνικό τρόπο και με οποιαδήποτε από τις τέχνες των Αρχαίων.
Εμποδίζομαι πραγματικά από ντροπή να μιλήσω για την κακή του συμπεριφορά, όπως ακούγεται σε βιασμούς και άλλα κακουργήματα. Και δεν θέλω να συμβάλλω στην αγωνία εκείνων των ανδρών που δεν μπόρεσαν να διαφυλάξουν τα παιδιά τους και τις συζύγους τους ή που δεν είχαν υποστεί βλάβη από την άγρια λαχτάρα του. Αλλά, θα πείτε, αυτά τα πράγματα έγιναν με τέτοιο τρόπο ώστε να μην γίνει διαβόητος σε όλους τους πολίτες. Νομίζω ότι δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος που να έχει ακούσει το όνομά του, που δεν συνδέει τις πράξεις του με την κακία του. Οπότε θα έπρεπε να ανησυχώ μην παραλείψω πολλά από τα εγκλήματά του, παρά να επινοήσω τυχόν κατηγορίες εναντίον του.
Και πράγματι δεν νομίζω ότι αυτό το πλήθος που έχει μαζευτεί για να με ακούσει επιθυμεί τόσο πολύ να μάθει από εμένα ποιά είναι τα γεγονότα της υπόθεσης, αναζωογονώντας την ανάμνηση αυτών που ξέρει ήδη.»
Οι Δρομείς, ελληνιστικό αντίγραφο του 4ου π.Χ που βρέθηκε σε villa στο Herculanum
Πολυτελείς βίλες, όπως αυτή του Boscotrecase, αποτελούσαν συχνά το σκηνικό της ανενδοίαστης κατανάλωσης Ελληνιστικής τέχνης και πολιτισμού από τη ρωμαϊκή αριστοκρατία. Αν και στη δημόσια ζωή, ένας συγκλητικός αποτελούσε υπόδειγμα παραδοσιακών ρωμαϊκών αξιών – αυστηρός, πρακτικός, συντηρητικός – το σπίτι του και οι βίλες ήταν χώροι εκκεντρικής, εξευγενισμένης διαβίωσης. Αρχιτεκτονικής, διακόσμησης, φαγητού και φιλοσοφίας.
Η έμπνευση φυσικά προέρχεται από τους Έλληνες στα ανατολικά, συμπεριλαμβανομένου του ρεπερτορίου των ιδεών των καλλιτεχνών, διακοσμητών και διανοουμένων.
Η ρωμαϊκή αρχιτεκτονική βίλας συνδύαζε τον πυρήνα ενός ρωμαϊκού σπιτιού με περιστύλια και κήπους δανεισμένους από Ελληνικά γυμναστήρια, παλάτια και ιερά.
Η ρωμαϊκή αριστοκρατία στοχεύει να προσελκύσει τον πολιτισμό των Αθηναϊκών ακαδημιών, τον γοητευτικό κόσμο της ελληνιστικής ποιμαντικής και την μεγαλοπρέπεια των Αλεξανδρινών παλατιών. Πορτραίτα των Ελλήνων φιλοσόφων και συγγραφέων αντιπροσώπευαν τη μάθηση, τα αγάλματα των σατύρων και των νυμφών δημιούργούσαν ένα ειδυλλιακό διονυσιακό τοπίο και οι τοιχογραφίες, οι πλούσιες σε ελληνικό μύθο και δυναστική εικονoγράφηση, μεγαλοπρεπείς εσωτερικούς χώρους.
Οι κυρίες της αριστοκρατίας δέχονται φιλοφρονήσεις μόνο αν αυτές περίέχουν ελληνικές φράσεις για κάποια καλλίπυγο νύμφη της μυθολογίας και ο ποιητής Juvenalis παραπονείται επ’ ονόματι των παλαιομοδιτών, ανελλήνιστων Ρωμαίων.
Περσεύς και Ανδρομέδα. Από τη Αυτοκρατορική βίλα του Agrippa Postumus, 10 π.Χ στο Boscotrecase, στην ευρύτερη Νάπολη.
Διόδωρου Σικελιώτου Ἱστορική Βιβλιοθήκη/ΛΒ
https://el.wikipedia.org/wiki/Διόδωρος_Σικελιώτης
In Verrem horations
http://www.famous-trials.com/gaius-verres/57-home