Περοῦκα καί φτερά

«Ἐγώ, αὐθέντη, εἰς τόν σιόρ Διαμαντή δέν βλέπω καμμίαν μεταλλαγήν, ἀλλά μῆτε ἔχει ἐλπίδα νά διορθωθῇ. Μάλιστα τώρα ὅπου ἔβαλεν τά φράγκικα ροῦχα, ηὔγαλεν παντελῶς τό γιουλάρι [χαλινάρι] καί γυρίζει ὡσάν χαϊμένο πρόβατο.»

παρἀπονείται ο παραγίος του Αδαμάντιου Κoράη για τις αλλαγές του αυθέντη του σε γράμμα του προς τη Σμύρνη. Όταν μαζί με τον 22χρονο Διάμαντη έφτασαν από εκεί στο Άμστερνταμ ήταν σαν όλους τους Ρωμαίους πραματευτάδες: με μουστάκι, φέσι και κελεμπία. Πήγαινε στην εκκλησία από τους πρώτους και μάλιστα μία φορά απευθύνθηκε έντονα στον ιερέα που άργησε τη λειτουργία χάριν κάποιων αργόσχολων πραματευτάδων. Τηρούσε τις νηστείες και τη λιτή ζωή αυστηρότερα από τον παραγιό του.

«Ἐπροχτές βράδυ εἶδα καί τοῦ ἔφεραν ροῦχα μέ χρυσά σειρήτια καί χρυσό καπέλο καί τἄβαλεν τή νύκτα καί ηὖγεν ἔξω, μά δέν εἰξεύρω ποῦ ἐπῆεν. Ἤγόρασεν καί σπαθί. Ὡς φαίνεται ἔχει στό νοῦ του νά γίνῃ ὀφιτζάλος.
…Τήν ἄλλη ἠμέρα τοὔφεραν περούκα μακριά μέ φτερά καί κοιτιώταν δύο καί τρεῖς φορές στόν καθρέπτη. Ἐπανεκίνησα τόν Γιαζητζόγλου να τοῦ εἰπῆ νά μήν τύχῃ καί τά βάλῃ καί πάῃ στή Μπούρσα [χρηματιστήριο] καί τόν κάμουν μασκαρᾶ.»

Ο Κοραής, κατά τον Πέτρου, κάνει πολυέξοδη ζωή με φράγκικες παρέες και νεαρές καλβίνες.

«Σέ ἀφίνω νά στοχασθῆς, αὐθέντη, τό τί ἔκαμεν ἐκείνη τή βραδιά· στά στρείδια μόνον ἔδωσε 10μισι φιορίνια· τό σπαράνιο τί δένδρο τό κἄμνει, δέν εἰξεύρει· ὀκαζιόνε γυρεύει διά νά ξοδιάσῃ ἄσπρα. Ἡ αὐθεντία σας ὄντας ἐδῶ ἐπίνετε μόνον κόκκινο κρασί καί ἡ αὐθεντία του ἔχει τεσσάρων λογιῶν κρασιά. Ἔκαμεν μιά ἀγαπητικιά καί πότε ἡ αὐθεντία του πάει στό σπίτι της· πότε ἔρχεται αὐτή καί τόν εὐρίσκει, ἡ ὁποία εἶνε ἔως 18 χρονῶν καί σφαλιοῦνται στήν πίσω κάμαρα καί περνοῦνε τόν κακόν καιρόν. Εἶνε αὐτά, αὐθέντη, τιμήμενων ἀνθρώπων καμώματα;»

Έχουν αλλάξει και οι συνήθειες του με την Εκκλησία:

«Εἰς την ἐκκλησίαν ἔρχεται ὕστερα ἀπό ὄλους μας. Καί ἀκολούθως τά καλά παραδείγματα ὁποῦ βλέπουμε εἰς αὐτόν! Ποτέ μου δέν τόν εἶδα νά πιάσῃ ἔνα πατερικό βιβλίον να μας διαβάσῃ κανένα λόγον ψυχωφέλιμον, νά μᾶς τόν ἐξηγήσῆ, ὁποῦ εἶνε τὰ πολλά ἀρμόδιος. Κατεβαίνοντας ἀπό τήν ἐκκλησίαν, καθίζομεν ὄλοι στοῦ παππᾶ τήν κάμαραν, ὁ παππᾶς ἔχει ὄλων τῶν ἀγίων πατέρων ταίς γραφαίς. Ἡ αὐθεντία του, εὐθύς ὁποῦ ἀπολύκῃ ἡ ἐκκλησία, εὐθύς φεύγει.»

Ο Κοραής έμαθε τα χαΐρια του παραγιού του και το 1774 έστειλε επιστολή στα μεγάλα αφεντικά της εταιρείας στην Κώνσταντινούπολη και τη Χίο, λέγοντας ανάμεσα σε άλλα:

«Ὁ παραυϊὸς, τόν ὁποῖον μοῦ ἔδωκε μαζύ (διά τάς ἀμαρτίας μου) ἦτον καί εἶναι ἔνας θεομπαίκτης δεισιδαίμων, στενοῦ πνεύματος ἀνθρωπίσκος, πυγμαῖον κακόν, ἔνας σπιθαμιαῖος σαρδανάπαλος, καί ἐν ἐνί λόγῳ ἔνας ἀρβανίτης ἀπό ἐκείνους ὅποῦ νά κλάσῃ (ζητῶ συγχώρεσιν) ἐπ’ ἐκκλησίας τό ἔχει θανάσιμον ἀμάρτημα.»

[συνεχίζεται]

Rembrandt, Αυτοπροσωπογραφία (λεπτ.), Άμστερνταμ, 1635


Γράμματα από το Άμστερνταμ, Φίλιππος Ηλιού

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s