Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, οι Ιστορικοί και Βυζαντινολόγοι συνειδητοποίησαν ότι υπάρχει μιά έποχη μεταξύ του αρχαίου κόσμου και της βυζαντινής περιόδου που δεν ήταν εύκολο να κατηγοριοποιήσουν. Ήταν Λατινική ή Ελληνική; Χριστιανική, Πολυθεϊστική ή Ισλαμική; Κοσμική ή Θεοκρατική; Αρχαίος κόσμος ή Μεσαίωνας; Ήταν όλα αυτά μαζί, και την ονόμασαν Ύστερη Αρχαιότητα.
Συμφωνία για τα ακριβή χρονικά όρια δεν υπάρχει, αλλά γενικά θεωρείται αποδεκτή η εποχή μεταξύ της ίδρυσης της Κωνσταντινουπόλεως και της Αραβικής κατάκτησης (324 – 642 μ.Χ).
Πολλοί φτάνουν να την ορίσουν, ως μέγιστο, από το τέλος της PAX ROMANA στα τέλη του 2ου αιώνα εώς την πρώτη νίκη της Αυτοκρατορίας εναντίον των Αράβων το 751· άλλοι, σε ένα μικρό διάστημα μεταξύ των μεταρρυθμίσεων του Διοκλητιανού στο τέλος του 3ου και της πτώσης της Δ.Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 5ου αιώνα.
Η επιλογή του site όσον αφορά τη αρχή της Ύστερης Αρχαιότητας θα ήταν η τελευταία. Οι μεταρρυθμίσεις του Διοκλητιανού θα ορίσουν διοικητικά όρια στην Αυτοκρατορία τα οποία συνέπιπταν με τα πολιτισμικά Ανατολής και Δύσης και η βασιλεία του επηρέασε την Αυτοκρατορία για πολλούς αιώνες. Είναι επίσης η εποχή που Ρώμη παύει ουσιαστικά να είναι η πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας και το κέντρο μετακινείται Ανατολικά, όπως και αποκρυστάλωσης της επιρροής του Χριστιανισμού.
Το τέλος της εποχής είναι πιο δύσκολο να οριστεί και έχει τις περισσότερες διαφωνίες.
Η ιδέα της Ύστερης Αρχαιότητας είναι ενδεικτική του τέλους του Αρχαίου κόσμου, οπότε η πτώση της Δ. Αυτοκρατορίας δεν επαρκεί· ούτε καν του Λατινικού. Στην Ανατολή πολλοί θεσμοί παραμένουν. Ο τελευταίος Αυτοκράτορας που τιμήθηκε ως θεός μετά θάνατον ήταν ο Αναστάσιος ο Δίκορος (518). Ο τελευταίος Λατινόφωνος Αυτοκράτορας ήταν ο Ιουστινιανός (578). Μέχρι τον Ιουστινιανό, πολυθεϊστές «σουλατσάριζαν» ανενόχλητοι ακόμα και στην Κωνσταντινούπολη. Σχολές της Αρχαιότητας, ακόμα και με πολυθεϊστικό περιεχόμενο, συνεχίζαν να υπάρχουν στις Ανατολικές επαρχίες ως και την Αραβική επέκταση. Κατασκευή αγαλμάτων, στήλες και κλασσικά τεχνουργήματα, όπως και η Ελληνική μουσική φαίνεται να διατηρούνται ως την ίδια εποχή.
Η πραγματική αλλαγή στον αρχαίο κόσμο – και το τέλος του – φαίνεται να έρχεται στις αρχές του 8ου αιώνα. Και η βασιλεία του Λέοντα του Σύρου, αλλιώς Ίσαυρου (717-741 μ.Χ), είχε πολλές σημαντικές αλλαγές. Η Αυτοκρατορία φτάνει στο απόλυτο minimum με την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Άραβες το 718 που ο Λέων διέλυσε.
Κατά τη βασιλεία του η Αυτοκρατορία χάνει τον έλεγχο στις τελευταίες Λατινόφωνες περιοχές της: στο Εξαρχάτο της Ιταλίας ο έλεγχος περναέι στον Πάπα όπως και η Ρώμη. Αναγνώριζε την επικυριαρχία του Αυτοκράτορα, αλλά ούτε φρουρά υπήρχε και οι ενέργειες του, αν όχι ουδέτερες, ήταν εναντίον των αποφάσεων της Εικονομαχικής Κωνσταντινουπολης. Ο Λέων αντίστοιχα αφαίρεσε την Ελλάδα (Ιλλυρικόν) και την Κάτω Ιταλία και Σικελία από την δικαιοδοσία του Πάπα· τα διοικητικά όρια της Αυτοκρατορίας και του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως πλέον συμπίπτουν. Από τα μέσα του 7ου ήδη η κοσμική εξουσία επεμβαίνει απροκάλυπτα στα θρησκευτικά ζητήματα, ενώ θρησκευτικές επιλογές επιβαλόνται στην καθημερινή κρατική πολιτική – όπως η νομολογία του Λέοντα, επηρεασμένη από την κατά γράμμα ερμηνεία της Διαθήκης. Η Εκκλησία και το Κράτος έρχονται πιο κοντά, μακριά από παλαιότερες πρακτικές του Imperio.
Ενώ οι Λατινόφωνες Κορσική και Σαρδηνία χάνονται για πάντα, μάζι με τα αγάλματα και την (αρχαία) Ελληνική μουσική, η Αυτοκρατορία πλέον αποτελείται αποκλειστικά από Ελληνόφωνες περιοχές και πληθυσμούς. Εξ ορισμού Ορθόδοξους δε (Χαλκηδονιακούς) αφού οι Άραβες σταθερά επιδραμουν πέραν του Ταύρου, έχοντας καταλάβει τις περιοχές Μονοφυσιτών/Μονοθελητών.
Στην Ευρώπη, το 732 οι Άραβες φτάνουν τη μέγιστη επέκταση τους στα Πυρηναία της Ισπανίας, στη Μάχη του Πουατιέ με νικητή τον Φράγκο Κάρολο Μαρτέλλο – στα αραβικά «η Μάχη στην Οδό των Μαρτύρων«, Ma’arakat Balāṭ ash-Shuhadā.
Τετράβιβλος του Πτολεμαίου, αντίγραφο, 8ος, Βυζάντιο, Vat. gr. 1292, Vatican Library
The World of Late Antiquity 150-750