Ἀφήγησις Λιβίστρου καί Ῥοδάμνης

Πρόκειται για την εκτενέστερη, δομικά πολυπλοκότερη και τεχνικά αρτιότεη από τις πέντε μεσαιωνικές ερωτικές μυθιστορίες της Παλαιολόγειας περιόδου (13ος-15ος αι.), ίσως και την παλαιότερη χρονολογικά. Ένα κειμένο που σε μεγάλο βαθμό συνεχίζει και παράλληλα ανανεώνει, με πρωτοποριακές αφηγηματικές τεχνικές, καθώς και με άλλα στοιχεία, τη μακραίωνη μυθιστορηματική παραγωγή στην ελληνική γλώσσα.

H ιστορία ξετυλίγεται ως εξής:

– Αυτοπαρουσίαση και αρχή των περιπετειών του Λίβιστρου
– Ο Λίβιστρος πληροφορείται στο όνειρό του από έναν μάντη το μέλλον του
– Ο Λίβιστρος στέλνει το πρώτο γράμμα (πιττάκι) στη Ροδάμνη
– Η Ροδάμνη διαβάζει τα (δύο) πρώτα γράμματα του Λίβιστρου
– Η ερωτική πολιορκία της Ροδάμνης από τον Λίβιστρο επιτείνεται
– Η πρώτη συνάντηση των δύο ερωτευμένων νέων 
– Ο Λίβιστρος νικητής στην κονταρομαχία και στον έρωτα (απόσπασμα κάτωθεν)
– Ο Βερδερίχος κλέβει τη Ροδάμνη
– Η ιστορία του Κλιτοβού
– Η γριά μάγισσα βοηθά τους δύο νέους
– Διάλογος Κλιτοβού-Ροδάμνης: η ηρωίδα μαθαίνει ότι ο Λίβιστρος ζει
– Η επανασύνδεση του ερωτευμένου ζευγαριού
– Επίλογος – αίσιο τέλος της ιστορίας

– Παρακολουθούμε την άφιξη του Βερδερίχου, βασιλιά της Αιγύπτου και υποψήφιου συζύγου της Ροδάμνης. Η κοπέλα φανερώνει τα αληθινά συναισθήματά της στον πατέρα της, ο οποίος συγκατανεύει στη λύση της κονταρομαχίας με έπαθλο την ίδια την κόρη του. Ο λαός της χώρας συγκεντρώνεται ενθουσιασμένος στον χώρο που θα διεξαχθεί το αγώνισμα, χωρισμένος στα δύο: οι μισοί υποστηρίζουν τον Βερδερίχο και οι υπόλοιποι τον Λίβιστρο. Η αγωνία κορυφώνεται και η γκιόστρα, δηλαδή το κονταροκτύπημα, ξεκινά…

Πάλιν Χρυσὸς ὁ βασιλεὺς θέλει νὰ ’τοιμαστοῦμεν
διὰ νὰ καβαλικεύσωμεν νὰ ἐμποῦμεν εἰς τὸ μέσον.
Βλέπω τὴν κόρην, ρίπτει με μαγνάδιν ἐδικόν της,
δένω το ’ς τὸ κεφάλι μου, πηδῶ, καβαλικεύω,
ἐπαίρνω τὸ κοντάρι μου, σεβαίνω εἰς τὴν μέσην·
ἀνήβηκα, ἐκατέβηκα μὲ σχῆμαν τῆς ἀγάπης
διὰ νὰ μεταχερίζωμαι, φίλε μου, τὸ κοντάριν,
ὁ νοῦς μου νὰ ἔχη μέριμνα διὰ τὴν ἀποτυχίαν,
τῆς εἱμαρμένης τὸ ἄστατον νὰ τὸ πονῆ ἡ ψυχή μου.

 

Ὅμως με ὥραν ολιγὴν ἦλθεν ὁ Βερδερίχος
–μὴ κρύψω τὴν ἀλήθειαν, καλὸς ἦτον καὶ ἐκεῖνος
εἰς εἴτι εἴπης, φίλε μου, εἰς σχῆμα καὶ εἰς ἀνδρεῖαν–,
ἀνέβην, ἐκατέβηκεν καὶ ἐκεῖνος εἰς τὴν ρένταν,
ὀλίγον ἐμαλάκισεν, φίλε μου, τὸ κοντάριν·
κατάχερα ἐδειλίασα, μὴ μὲ τὸ ἀπιστήσης.
πάντα ὁ νοῦς μου ἔτρεμεν τὴν κακοαποτυχίαν.

 

Ὅμως μετὰ συμπλήρωσιν πάντων τῶν γινομένων
μέσον τῆς ρέντας στέκομαι, θέλω διὰ νὰ τὸν δώσω
καὶ πιλαλῶ τὸν μαῦρο μου καὶ πάγω πρὸς ἐκεῖνον
καὶ ἐκεῖνος πάλιν κατ’ ἐμοῦ· γίνεται κτύπος μέγας
καὶ ταραχὴ καὶ θόρυβος πρὸς τοὺς παρεστηκότας.

 

Στοχῶ τὸ ὀμπροστοκούρβιν του, κρούγω τὸν κονταρέα
–μή μὲ ἀπιστήσης, φίλε μου, νὰ δῶ νὰ δῶ τὴν κόρην,
ν’ ἀξιωθῶ τὸ ὀρέγομαι, τὸ ἐπεθυμῶ, τὸ θέλω,
τῆς εἱμαρμένης τὸ ἄστατον νὰ μὴ μὲ καταλάβη,
τοῦ Ἔρωτος τὸ λόγιον νὰ μὲ παρηγορήση,
τὸ εἶδα ἐν ὀνείρῳ μου, φίλε, διὰ τὴν κόρην–

 

Ὁ Λίβιστρος ἐτζούστρισεν μετὰ τοῦ Βερδερίχου
καὶ ὁ Λίβιστρος ἐνίκησεν κατὰ τοῦ Βερδερίχου.

Ολόκληρη η αφήγησις

 

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s