Tα νέα του θανάτου του Νικηφόρου Φωκά έγιναν δεκτά με ανακούφιση στον κόσμο του Ισλάμ και οι Ιμάμηδες ευλογούσαν τον Αλλάχ που ο «καταραμένος» βρήκε το τέλος που του άξιζε. Ειδικά στη Συρία οι γονείς που τα παιδιά τους πάρθηκαν σκλάβοι ήλπιζαν πως θα τα ξαναδούν και οι ίδιοι δε θα κινδυνεύσουν να καταστραφούν από τις επιδρομές – ή χειρότερα.
Οι Ρωμαίοι άλλωστε ήδη τρώγονταν μεταξύ τους. Οι φίλοι του Φωκά στην Ανατολία δεν το πήραν ελαφρά και ο αδελφός του Λέων με το γιο του Βάρδα άρχισαν τις συνεννοήσεις με αντιφρονούντες στη μακρινή Αντιόχεια και μάζευαν φουσάτο.
Οι Ρως και οι Βούλγαροι, οι «Σκύθες» από βορράν αναθάρρησαν:
«Ορμά καταπάνω μας η Ρώσσικη πανοπλία,
οι Σκύθες προστρέχουν σε μακελειό,
τα έθνη λεηλατούν τις πόλεις σου,
όσοι φοβόνταν και τη θωριά σου,
μπροστά στις πύλες του Βυζαντίου ορθοί.»
όπως γράφει στον επιτύμβιο του Νικηφόρου Φωκά ο Ιωάννης Μελιτήνης.
Το μέτωπο δε με τους Γερμανούς στην Ιταλία ήταν ανοικτό και οι πόλεις της Αυτοκρατορίας εκεί υπό συνεχή απειλή. Ο Otto I ήταν αποφασισμένος να προσφωνείται Αυτοκράτορας και με τη βούλα της Κωνσταντινούπολης. Αλλά οι διαπραγματεύσεις του Επισκόπου Liutprand με το Νικηφόρο είχαν αποτύχει. Ένα τόπι πορφύρα πήρε για να τους ντύσει Αυτοκράτορες, αλλά η υπηρεσία των Δρόμων στην οποία υπαγόταν η κατασκοπεία το κατήσχε. Έκτοτε συνήθιζε να λέει, «μωβ φοράνε μόνο οι πόρνες». Οι Φράγκοι ήταν έτοιμοι για νέες επιχειρήσεις κατά της διχασμένης Αυτοκρατορίας.
Όλοι όμως έσφαλλαν. Γιατί ο Τζιμισκὴς εκτός από καλός Στρατηγός και σφυρηλατημένος Ακρίτης, είχε και δύο χαρακτηριστικά που ο Νικηφόρος δεν είχε: ήταν αδίστακτος και καλός πολιτικός.
Ψηλός, νεώτερος από το Φωκά, άριστος στην τοξοβολία και τα ομαδικά παιχνίδια με σφαίρα όπως το τζυκάνιον, άραγε ήλκυσε την πανέμορφη 25νη Αυτοκράτειρα Θεοφανώ όπως λέν’ οι χρονικογράφοι; Ο Ιωάννης πάντως την απεμάκρυνε στα Πριγκηπονήσια. Όχι όμως πριν η αγέρωχη Γραικιά από τη Σπάρτη και μητέρα του Βασιλείου Β΄, υβρίσει κάκιστα τον Πατριάρχη και γρονθοκοπήσει το Λογοθέτη Λεκαπηνό. Με τους οποίους ο Τζιμισκὴς συνεφώνησε μεταξύ άλλων και την κατάργηση του νόμου του Νικηφόρου που απαγόρευε δωρεές στα μοναστήρια.
Οι στασιαστές υπό το Λέοντα Φωκά πιάστηκαν στην Κωνσταντινούπολη όπου είχαν παρεισφρήσει μυστικά και ο Λέων και ο Βάρδας εξορίστηκαν στη Λέσβο· οι Αντιοχείς ήρθαν σε συμφωνία. Όταν και πάλι μετά από χρόνια ο Λέων ξανακινήθηκε σε στάση, συνελήφθηκε και τυφλώθηκε. Αυτό ήταν το τέλος του μεγάλου Στρατηγού Λέοντα Φωκά.
Στον Λεβάντε ο Τζιμισκὴς όχι μόνο δε σταμάτησε τις επιδρομές, αλλά καθώς λέει σε ένα γράμμα στο συγγενή του Αρμένιο ηγεμόνα ζητώντας ενισχύσεις, έφτασε μέχρι τη Ναζαρέθ. Η Ιερουσαλήμ αχνόφεγγε στο τέλος του ορίζοντα.
Όσον αφορά στους Γερμανούς και το Imperium Romanorum, επήλθε συμφωνία. Η ανηψιά του Τζιμισκὴ Θεοφανώ παντρεύτηκε το 972 τον γιο του Γερμανού Αυτοκρατορα, Otto II. Ως συν-Αυτοκράτειρα. Κάτι που επέτρεψε στην ίδια, μετά το θάνατο του Otto II να διοικεί την δυτική Αυτοκρατορία. Σαν προίκα είχε μερικές πόλεις της Κάτω Ιταλίας – που ποτέ δεν πήραν.
Το κλείσιμο αυτών των εκκρεμοτήτων επέτρεψε στον Τζιμισκὴ να συγκεντρώσει τις δυνάμεις της πόλης του Βυζαντίου εναντίον του μοναδικού εχθρού που το απειλούσε: οι Ρως είχαν περάσει τον Δούναβη κυριαρχώντας στην Α΄ Βουλγαρική Αυτοκρατορία και εφορμούσαν ήδη κατά της Βασιλεύουσας.
Αγ. Θεόδωρος και ο δράκος, Άγγελος Ακοτάντος, 15ος, Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών
Ένα Σχόλιο Προσθέστε το δικό σας