Στο Βυζάντιο, τη Ρωμανία, οι τελετές και το τυπικόν ήταν πιο σημαντικές από την ουσία.
Έδιναν την αίσθηση της συνέχειας και διατήρησης της τάξης κάτα την Αυτοκρατορική ιδεολογία. Η βασιλεία των Ρωμαίων ήταν καθ΄ ομοίωσιν και επί γής η τάξις του Θεού.
Ο Βασιλεύς και αργότερα, μετά τον Κωνσταντίνο Ζ΄, Βασιλεύς Αυτοκράτωρ ήταν κατά τα ειωθότα ο εκλεκτός της θείας πρόνοιας. Εάν έχανε τον θρόνο ήταν γιατί από τα σφάλματα και την ασέβειά του έχασε την θεία πρόνοια. Προνόμιον του βασιλέως ήταν η Οικονομία. Αυτή επέτρεπε να λάμβάνει και να εκτέλεί αποφάσεις με απόλυτο ισχύ και άμεσα. Το πρωταρχικό καθήκον του βασιλέως ήταν η προστασία της Αυτοκρατορίας από τους αμέτρητους εχθρούς και η διατήρηση της ευνομίας. Επομένως, αν και ανώτατη ηθική αυθεντία κατά το ρωμαϊκό auctoritas, ποτέ δεν ελάμβανε αποφάσεις εναντίον της εκτενούς νομολογίας.
Κάτα την αναγόρευση της βασιλείας 3 πράγματα δεν έλειπαν κατά την υπερχιλιετή, αδιάλειπτη τελετουργία. Ο Στρατός έπρεπε να εγείρει τον Αυτοκράτορα σε μίαν ασπίδα κατά τα Ρωμαϊκά ήθη. Ο Αυτοκράτωρ έπρεπε τουλάχιστον να φορά τα κοκοβαφή πέδιλα. Ο παριστάμενος λαός έπρεπε να εγκρίνει αναφωνώντας «Ἄξιος!».
Ὀπως φαίνεται και στη μινιατούρα του Chludov Psalter, 9ος.
Από τα τρία το σημαντικότερο κατά το Αυτοκρατορικό εθιμοτυπικόν ήταν…τα κοκοβαφή πέδιλα:
«Τα βλέπεις αυτά;» είπε ο στασιαστής Βάρδας Σκληρός στον διαπραγματευτή των Παλατιανών ενώ ετοιμαζόταν να επιτεθεί στη Πόλη, δείχνοντας τα Αυτοκρατορικά πέδιλα. «Άμα τα φορέσεις δεν βγαίνουν.»
Αντιστοίχως, εάν ο Αυτοκράτωρ δεν ανταποκρινόταν στις προσδοκίες των βασιλευομένων ο ψύθιρος «Ἀνάξιος» μπορούσε να γίνει βοή δυσαρέσκειας στις ίδιες τελετές και την οχλαγωγή του Ιππόδρομου.